bâillonner - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

bâillonner - translation to


bâillon      
n. gag; something which is placed in or over the mouth in order to prevent speech or other noise; muzzle
bâillonner      
gag; muzzle
bâillonnement      
n. gag law, official restraint on free speech (in parliament, in media, etc.)
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για bâillonner
1. Une fois dans la place, les trois hommes ont commencé par bâillonner et ligoter leur victime.
2. Tronquer linformation, cest aussi bâillonner la presse locale, une dizaine de titres, qui rapporte au quotidien le cours des événements.
3. Pour le porte–parole du MDS, ces agissements renseignent sur la volonté du Pouvoir de bâillonner toute expression démocratique.
4. Elle aurait pris soin de bâillonner les clients pour éviter les cris lors de pratiques sadomasochistes», raconte ce membre de la brigade des mineurs.
5. L‘initiative qui voulait bâillonner le Conseil fédéral et l‘article constitutionnel fourre–tout sur la santé étaient des objets trop incongrus et mal ficelés pour avoir une chance d‘ętre acceptés.